Συμφωνούμε στη «Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου»;

Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος παραβίασε αρκετούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος παραβίασε αρκετούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνες

Αν σήμερα οι επίσκοποι δεν ανατρέψουν τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, που παραβιάζει την καθολικότητα Εκκλησίας, αύριο αυτός θα κρίνει και ανατρέπει αυτούς

Αν σήμερα, ακλουθώντας τους κανόνες της Εκκλησίας του Χριστού, οι επίσκοποι δεν ανατρέψουν τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ο οποίος παραβιάζει την καθολικότητα της Εκκλησίας, αύριο ο ίδιος θα τους κρίνει και θα τους ανατρέπει.

Καθώς το ανθρώπινο σώμα ζει σύμφωνα με τους βιολογικούς νόμους, έτσι και το σώμα του Χριστού, η Εκκλησία Του, ζει και ενεργεί σύμφωνα με τους νόμους που θεσπίσει το Άγιο Πνεύμα στα κανονικά πρότυπα των αποστολικών και συνοδικών κανόνων.

Σήμερα, λόγω των γεγονότων στην Ουκρανία, ενιαίος εκκλησιαστικός οργανισμός τραυματίζεται από την προσπάθεια αγνόησης και να αναδιοργάνωσης αυτών των νόμων, γι’ αυτό και αναπτύσσεται ταχέως σοβαρή απειλή σχίσματος μεγάλης κλίμακας.

Αντικειμενικά, οι λόγοι του σχηματισμού είναι τόσο στη δράση όσο και στην αδράνεια:

  1. σκόπιμη παραβίαση από τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης ορισμένων κανονικών θεσμών της Ορθοδόξου Εκκλησίας (βλ. παρακάτω).
  2. αδράνεια, που εκφράζεται με την αντίδραση άλλων επισκόπων στην υπονόμευση των αρχών της καθολικότητας της Εκκλησίας του Χριστού και σε άλλες ανομίες που εισάγονται κατηγορηματικά στην Οικουμενική Ορθοδοξία από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο.

Πρέπει να σημειωθεί ότι, στο πλαίσιο της Ιερής Παράδοσης της Εκκλησίας και των πράξεων του Φαναρίου, η αδράνεια των επισκόπων των Τοπικών Εκκλησιών στη διεξαγωγή της κανονικής δίκης πάνω του είναι εξίσου σοβαρή απόκλιση από την καθαρότητα της ορθόδοξης θρησκείας.

Απόκλιση με αδράνεια

Δυστυχώς, ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Βαρθολομαίος επί πολλά χρόνια όλο και πιο βαθύτατα επιβεβαιώνεται στην απόκλισή του από την Ορθοδοξία. Επιβεβαιώνεται στην απομάκρυνση από την Εκκλησία του Χριστού, παραβιάζοντας προκλητικά τους κανόνες, ειδικότερα:

  • ΙΑ’ Αποστολικό κανόνα: εισέρχεται σε κοινωνία δια της προσευχής με σχισματικούς και αιρετικούς.
  • ΜΕ’ Αποστολικό Κανόνα: επιτρέπει στους αναθεματισμένους να δρουν ως υπουργοί της Εκκλησίας.
  • ΜΣΤ’ Αποστολικό κανόνα: αναγνωρίζει το βάπτισμα των αναθεματισμένων Ουκρανών σχισματικών.
  • ΜΖ’ Απόστολο κανόνα: δεν διακρίνει ιερείς από ψευδοιερείς.
  • ΞΕ’ Αποστολικό Κανόνας: επιχειρεί πολλαπλή κοινωνία δια της προσευχής με Εβραίους και αιρετικούς.
  • Β’ κανόνα της Β’ Οικουμενικής Συνόδου, ο οποίος απαγορεύει την «εξάπλωση» της εξουσίας του έξω από την περιφέρειά του.
  • Γ’ κανόνα της Β’ Οικουμενικής Συνόδου: το πλεονέκτημα τιμής (που χάθηκε πριν από 500 χρόνια μετά την άλωση της Πόλης) προσπαθεί να μετατρέψει σε πλεονέκτημα εξουσίας πάνω σε όλες τις Τοπικές Εκκλησίες.
  • Ε’ κανόνα του Γ’ Οικουμενικής Συνόδου: προσπαθεί να επιστρέψει την κοινωνία με την Εκκλησία στον μη μετανοημένους της Αυτοκέφαλης Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Πατριαρχείου Κιέβου.

Τα δημόσια λόγια και έργα του Πατριάρχη Βαρθολομαίου μαρτυρούν εδώ και πολύ καιρό: σχηματίζει και εισάγει μια εντελώς διαφορετική από την Ορθοδοξία πίστη, προσπαθώντας να υποτάξει όλες τις Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες.

Συγκεκριμένα, οι δράσεις του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης κατά της Εκκλησίας στην Ουκρανία απεικονίζονται σαφέστατα αυτές τις ενέργειες – ενεργή εφαρμογή στην επικράτεια του κανονικού χώρου μιας άλλης Τοπικής Εκκλησίας, με στόχο την εισαγωγή των σχισματικών της Αυτοκέφαλης Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Πατριαρχείου Κιέβου στην αγκαλιά της κανονικής Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Αυτές οι πράξεις καταδικάστηκαν από τους πατέρες των Ορθοδόξων Συνόδων και ως εκ τούτου μπορούν και τώρα να θεωρηθούν ως έγκλημα κατά της Εκκλησίας του Χριστού, αφού έχει καθιερωθεί:

  • «Μηδένα ἐπίσκοπον τολμᾶν ἀφ᾽ ἑτέρας ἐπαρχίας εἰς ἑτέραν μεταβαίνειν… καταστάσει τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων, μὴ προσηκόντων αὐτῷ» (ΙΓ’ κανόνας της Συνόδου της Αντιόχειας).
  • «Τοὺς ὑπὲρ διοίκησιν ἐπισκόπους ταῖς ὑπερορίοις ἐκκλησίαις μὴ ἐπιέναι, μηδὲ συγχέειν τὰς ἐκκλησίας• ἀλλὰ κατὰ τοὺς κανόνας, τὸν μὲν Ἀλεξανδρείας ἐπίσκοπον, τὰ ἐν Αἰγύπτῳ μόνον οἰκονομεῖν• τοὺς δὲ τῆς Ἀνατολῆς ἐπισκόπους, τὴν Ἀνατολὴν μόνην διοικεῖν• φυλαττομένων τῶν ἐν τοῖς κανόσι τοῖς κατὰ Νίκαιαν πρεσβείων τῇ Ἀντιοχέων Ἐκκλησίᾳ• καὶ τοὺς τῆς Ἀσιανῆς διοικήσεως ἐπισκόπους, τὰ κατὰ τὴν Ἀσιανὴν μόνον διοικεῖν• καὶ τοὺς τῆς Ποντικῆς, τὰ τῆς Ποντικῆς μόνον• καὶ τοὺς τῆς Θρᾴκης τὰ τῆς Θρακικῆς μόνον οἰκονομεῖν. Ἀκλήτους δὲ ἐπισκόπους ὑπὲρ διοίκησιν μὴ ἐπιβαίνειν ἐπὶ χειροτονία, ἢ τισιν ἄλλαις οἰκονομίαις ἐκκλησιαστικαῖς. Φυλαττομένου δὲ τοῦ προγεγραμμένου περὶ τῶν διοικήσεων κανόνος, εὔδηλον ὡς τὰ καθ' ἑκάστην ἐπαρχίαν ἡ τῆς ἐπαρχίας σύνοδος διοικήσει, κατὰ τὰ ἐν Νικαίᾳ ὡρισμένα. Τὰς δὲ ἐν τοῖς βαρβαρικοῖς ἔθνεσι τοῦ Θεοῦ ἐκκλησίας, οἰκονομεῖσθαι χρή κατὰ τὴν κρατήσασαν συνήθειαν τῶν Πατέρων  (Β’ κανόνας της Β’ Οικουμενικής Συνόδου).

Ερχόμενος στον κανονικό χώρο μιας άλλης Τοπικής Εκκλησίας, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος διαβεβαιώνει ως κανόνα μια άλλη καταφανής ανομία – προσπάθεια να εισαχθούν, χωρίς καμιά μετάνοια, στην αγκαλιά της Εκκλησίας του Χριστού, σχισματικοί που έχουν αναθεματιστεί. Ενώ, σύμφωνα με τους κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων, η μετάνοια είναι η βασική απαραίτητη και επιτακτική προϋπόθεση για την αποκατάσταση αυτών στην κοινωνία με τη Μία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.

Τέτοιες ενέργειες είναι από την φύση τους αντιεκκλησιαστικές και επομένως δεν έχουν κανονική εξουσία. Αυτό, ειδικότερα, αναφέρεται στα ακόλουθα εκκλησιαστικά διατάγματα:

  • «Ὅσοι δὲ [τα μέλη του UOC-KP και UAOC] ἐπὶ ἀτόποις πράξεσι [σχίσμα κλπ] κατεκρίθησαν ὑπὸ τῆς ἁγίας συνόδου…[και ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος] καὶ οἱ τὰ αὐτοῦ φρονοῦντες, ἀποδοῦναι ἐπειράθησαν, ἢ πειραθεῖεν, κοινωνίαν, ἢ βαθμόν, ἀνωφελήτους εἶναι, καί μένειν οὐδὲν ἦττον καθῃρημένους ἐδικαιώσαμεν». (Ε’ κανόνας της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου).
  • «Τοὺς γὰρ παρὰ τῶν τοιούτων [αιρετικούς και αναθεματισμένους] βαπτισθέντας ἢ χειροτονηθέντας, οὔτε πιστούς, οὔτε κληρικοὺς εἶναι δυνατόν.» (ΞΗ’ Αποστολικός Κανόνας).

Πρέπει επίσης να λάβουμε υπόψη ότι όταν οι επίσκοποι των άλλων Τοπικών Εκκλησιών δείχνουν ένα είδος «ανοχής» σε τέτοιες πράξεις του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, ο τελευταίος συνεχίζει να διεκδικεί για τον εαυτό την «παπική» ιδιότητα και φιλοδοξίες, παραβιάζοντας την αρχή της ενότητας της Εκκλησίας του Χριστού. Μιλάει ανοιχτά για τις αιρετικές αντιχριστιανικές του προθέσεις: «Οι Σλάβοι αδελφοί μας, είτε το θέλουν είτε όχι, θα πρέπει να υπακούσουν στις αποφάσεις μας», με αυτό απορρίπτει θεμελιωδώς την εντολή του Χριστού: «Όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας, πρέπει να γίνει υπηρέτης σας» (Ματ. 20, 26-27). Απορρίπτει επίσης τον ΛΔ’ Αποστολικό κανόνα: «Ο πρώτος [πατριάρχης] να μην κάνει τίποτα χωρίς να συλλογιστεί όλους».

Για αυτούς ο Απόστολος Παύλος λέει: «Ταῦτα δίδασκε καὶ παρακάλει. εἴ τις ἑτεροδιδασκαλεῖ καὶ μὴ προσέρχεται ὑγιαίνουσι λόγοις τοῖς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῇ κατ᾿ εὐσέβειαν διδασκαλίᾳ, τετύφωται, μηδὲν ἐπιστάμενος, ἀλλὰ νοσῶν περὶ ζητήσεις καὶ λογομαχίας, ἐξ ὧν γίνεται φθόνος, ἔρις, βλασφημίαι, ὑπόνοιαι πονηραί» (Α Τιμ. 6, 3-4).

Είναι προφανές ότι υπάρχει επείγουσα ανάγκη για κριτική θεολογική σκέψη (υπό το φως της Αγίας Γραφής και των κανόνων της Εκκλησίας) της γενικής εκκλησιαστικής κατάστασης που δημιουργήθηκε από τις άνομες πράξεις του Πατριάρχη Βαρθολομαίου.

Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης δεν μπορεί να έχει εξουσία και προνόμια γενικής εκκλησιαστικής εξουσίας

Παρόλα αυτά, δικαιολογώντας τις ενέργειές της στην Ουκρανία, η Κωνσταντινούπολη απευθύνεται στους κανόνες που εγκρίθηκαν από τους ιερούς πατέρες της Β’ και Δ’ Οικουμενικών Συνόδων, τα πρότυπα των οποίων έχουν από καιρό χάσει τη σημασία τους. Δηλαδή: σύμφωνα με τον Γ’ κανόνα της Β’ Οικουμενικής Συνόδου, «Τὸν μὲν τοι Κωνσταντινουπόλεως Ἐπίσκοπον ἔχειν τὰ πρεσβεῖα τῆς τιμῆς μετὰ τὸν τῆς Ῥώμης ἐπίσκοπον, διὰ τὸ εἶναι αὐτὴν νέαν Ῥώμην».

Οι Άγιοι Πατέρες της Β’ Οικουμενικής Συνόδου όρισαν το θεμέλιο που έδινε στον Επίσκοπο της Κωνσταντινούπολης ένα «πλεονέκτημα τιμής». Αυτό το θεμέλιο ήταν ότι «η πόλη αυτή είναι η νέα Ρώμη».

Πρώην, μόνο η Ρώμη, η οποία μέχρι την εποχή της διαίρεσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ήταν ουσιαστικά η πρωτεύουσα του κόσμου, ήταν προικισμένη με παρόμοια τιμή. Αλλά ακόμη και η εξουσία του Αρχιεπισκόπου της Ρώμης δεν είχε γενική εκκλησιαστική εξουσία, αφού η νομιμότητά της περιοριζόταν με σαφώς καθορισμένες γεωγραφικές περιοχές που δεν ήταν μέρος του κανονικού χώρου άλλων Τοπικών Εκκλησιών.

Μετά τη διαίρεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ένα ορισμένο «πλεονέκτημα τιμής» μεταβιβάστηκε στον Αρχιεπίσκοπο της Κωνσταντινούπολης για τους ίδιους διοικητικούς και εδαφικούς λόγους, για το οποίο πιο λεπτομερές ενημερώνει ο 28ος κανόνας της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου (στον οποίο ώρα παραπέμπει το Φανάρι, ισχυριζόμενη «πλεονεκτήματα της Αγιότατης Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης»).

Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Βαρθολομαίος επί πολλά χρόνια εμβαθύνεται όλο και περισσότερο στην αποστασία του από την Ορθοδοξία.

Ωστόσο, ο ίδιος κανόνας ορίζει σαφώς όχι μόνο τα γεωγραφικά όρια εντός των οποίων τα «πλεονεκτήματα» των εξουσιών της Κωνσταντινούπολης έχουν κανονική ισχύ, αλλά και τα ίδια τα θεμέλια, αναφερόμενοι στα οποία οι Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων έχουν δώσει στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως λίγο πιο διευρυμένα «πλεονεκτήματα», δηλαδή: «στο θρόνο της παλαιάς Ρώμης οι πατέρες έδωσαν αξιοπρεπών πλεονεκτήματα: επειδή ήταν η βασιλεύουσα πόλη».

Δηλαδή δεδομένου ότι εκείνη την εποχή η Κωνσταντινούπολη έγινε η πρωτεύουσα πόλη στο ανατολικό τμήμα της πρώην Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τα ίδια προνόμια μεταβιβάστηκαν στην πόλη στην κλίμακα όπως η Ρώμη – ελαφρώς διευρυμένες εξουσίες, οι οποίες επεκτείνονταν μόνο εντός των γεωγραφικών περιοχών σαφώς καθορισμένων από τον ίδιο κανόνα:

«Καὶ ὥστε τοὺς τῆς Ποντικῆς, καὶ τῆς Ἀσιανῆς, καὶ τῆς Θρακικῆς διοικήσεως μητροπολίτας μόνους, ἔτι δὲ καὶ τοὺς ἐν τοῖς βαρβαρικοῖς ἐπισκόπους τῶν προειρημένων διοικήσεων χειροτονεῖσθαι ὑπὸ τοῦ προειρημένου ἁγιωτάτου θρόνου τῆς κατὰ Κωνσταντινούπολιν ἁγιωτάτης ἐκκλησίας• δηλαδή ἑκάστου μητροπολίτου τῶν προειρημένων διοικήσεων μετὰ τῶν τῆς ἐπαρχίας ἐπισκόπων χειροτονοῦντος τοὺς τῆς ἐπαρχίας ἐπισκόπους, καθὼς τοῖς θείοις κανόσι διηγόρευται• χειροτονεῖσθαι δέ, καθὼς εἴρηται, τοὺς μητροπολίτας τῶν προειρημένων διοικήσεων παρὰ τοῦ Κωνσταντινουπόλεως ἀρχιεπισκόπου, ψηφισμάτων συμφώνων κατὰ τὸ ἔθος γινομένων, καὶ ἐπ' αὐτὸν ἀναφερομένων».  (ΚΗ’ κανόνας της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου).

Ταυτόχρονα αυτός ο κανόνας ορίζει σαφώς τη βάση (κανονικές συνθήκες) σύμφωνα με την οποία το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης μπορεί να διεκδικεί τα προαναφερθέντα «πλεονεκτήματα της τιμής»: η Αγία Έδρα μπορεί να εξυψωθεί ελαφρώς σε εκκλησιαστικά θέματα μόνο εάν βρίσκεται στην «βασιλεύουσα πόλη του αυτοκρατορική και συγκλήτου», και μόνο σε σχέση με τις περιοχές του Πόντου, της Ασσύριας και της Θράκης.

Επειδή το Φανάρι δεν έχει άλλα κανονικά επιχειρήματα για να διεκδικήσει το «πλεονέκτημα της τιμής», μια προσεκτική εξέταση των ίδιων κανόνων λέει ότι ποτέ δεν υπήρχαν κανόνες που χορηγούσαν στον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης αποκλειστικά προνόμια και εξουσίες που είχαν γενική εκκλησιαστική δύναμη, δλδ. που θα τον ανύψωναν πάνω σε άλλους προκαθήμενους  των Τοπικών Εκκλησιών ή του έδιναν το νόμιμο δικαίωμα να ενεργεί σε ξένο κανονικό έδαφος.

Επιπλέον, δεδομένου ότι στον σύγχρονο κόσμο δεν υπάρχει ούτε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ούτε η Κωνσταντινούπολη (στην προηγούμενη σημασία τους για τον κόσμο), άραγε δεν υπάρχουν ούτε αντικειμενικές ούτε κανονικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή των διατάξεων του ΚΗ’ κανόνα της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου. Αυτά τα πρότυπα έχουν εξαντλήσει πλήρως τη συνάφειά τους περισσότερα από 500 χρόνια πριν.

Παρ’ όλα αυτά, σήμερα πολλές ψυχές, που δεν έχουν εξετάσει την τρέχουσα κατάσταση υπό το φως των κανονικών εντολών της Εκκλησίας, είναι έτοιμες να ακολουθήσουν το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, πιστεύοντας στη νομιμότητα των ενεργειών του Πατριάρχη της ως «νόμιμο κάτοχο» της εξουσίας σε πανεκκλησιαστική κλίμακα.

Εμπλοκή στην καταστροφή της εκκλησίας

Φυσικά, επικίνδυνες είναι οι αιρέσεις και ανομίες, ισχυριζόμενες από ένα πονηρεμένο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων, αλλά όχι λιγότερο επικίνδυνό είναι και ότι οι ιεράρχες, που έδωσαν τον επισκοπικό όρκο να τηρούν την καθαρότητα της Ορθόδοξης πίστης, αφήνουν αυτούς τους ανθρώπους να ενεργούν στο όνομα της Αλήθειας και να βάζουν στον πειρασμό απόκλισης από το δρόμο της σωτηρίας το ποίμνιο για το οποίο πέθανε ο Χριστός.
Ενώ ο ΙΓ’ κανόνας της Συνόδου της Αντιόχειας υποχρεώνει τους αρχιερείς να σταματούν έγκαιρα τέτοιες ενέργειες:

«Μηδένα ἐπίσκοπον τολμᾶν ἀφ᾽ ἑτέρας ἐπαρχίας εἰς ἑτέραν μεταβαίνειν, καὶ χειροτονεῖν ἐν ἐκκλησίᾳ τινὰς εἰς προαγωγὴν λειτουργίας, μηδὲ εἰ συνεπάγοιτο ἑαυτῷ ἑτέρους, εἰ παρακληθεὶς ἀφίκοιτο διὰ γραμμάτων τοῦ τε μητροπολίτου καὶ τῶν σὺν αὐτῷ ἐπισκόπων, ὧν εἰς τὴν χώραν παρέρχοιτο. Εἰ δὲ μηδενὸς καλοῦντος ἀπέλθοι ἀτάκτως ἐπὶ χειροθεσίᾳ τινῶν, καὶ καταστάσει τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων, μὴ προσηκόντων αὐτῷ, ἄκυρα μὲν τὰ ὑπ᾽ αὐτοῦ πραττόμενα τυγχάνειν, καὶ αὐτὸν δὲ ὑπέχειν τῆς ἀταξίας αὐτοῦ, καὶ τῆς παραλόγου ἐπιχειρήσεως τὴν προσήκουσαν δίκην, καθῃρημένον ἐντεῦθεν ἤδη ὑπὸ τῆς ἁγίας συνόδου».

Από τον κανόνα αυτό προκύπτει ότι:

  • κάθε υπερηφάνεια, φιλόδοξες ενέργειες του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, που διεκδικούν τον ισχυρισμό της υπεροχής του στη τιμήν, χωρίς να αναφέρουμε την εξουσία πάνω σε άλλους προκαθήμενους των Τοπικών Εκκλησιών, είναι αντικανονικές και άκυρες.
  • για «ἀταξίας αὐτοῦ, καὶ τῆς παραλόγου ἐπιχειρήσεως» τέτοιος πατριάρχης υπόκειται σε άμεση αφαίρεση της ιεροσύνης. Η υποχρέωση της αφαίρεσης απ’ αυτόν ιεροσύνης ανατίθεται από τον κανόνα αυτό στην Ιερή Σύνοδος των Προκαθήμενων των άλλων Τοπικών Εκκλησιών.

Επομένως, για να είμαστε συνεπείς, σε αυτή την κατάσταση, η αδράνεια των επισκόπων και των αρχηγών των Τοπικών Εκκλησιών δεν είναι λιγότερο σοβαρή παραβίαση των κανόνων της Ορθοδόξου Εκκλησίας παρά παραβιάσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης. Επιπλέον, στην ουσία αυτή η αδράνεια είναι η παθητική βοήθεια των αιρετικών, άνομων έργων του Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Σκεφτόμαστε εμείς τις συνέπειες;

Εξάλλου, είναι προφανές ότι από την υπερηφάνεια και την ανομία τέτοιου «Ορθόδοξου οικουμενικού προκαθήμενου» δελεάζονται τόσο οι πιστοί όσο και οι μη πιστοί – ολόκληρη παγκόσμια κοινότητα. Ο σεβασμός στην Ορθόδοξη Εκκλησία κάθε μέρα καταρρέει καταστροφικά, επειδή έχει χάσει την ικανότητα του αυτοκαθαρισμού και της αυτοσυντήρησης.

Αν δεν παραβλέψουμε την υπάρχουσα εκκλησιαστική εμπειρία προηγούμενων αιώνων, θα πρέπει να δώσουμε προσοχή στα ακόλουθα προηγούμενα και τις συνέπειές τους για την Εκκλησία του Χριστού:

  • Ο αιρετικός Νεστόριος, όπως και σήμερα ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ήταν ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης. Εάν οι πατέρες της εποχής της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου κατέλαβαν τη θέση της οικονομίας, την οποία τώρα έχουν πολλοί επίσκοποι, θα κληρονομήσαμε όλοι τη μοίρα των καταραμένων Νεστοριανών. Αυτό δεν συνέβη μόνο επειδή τον 5ο αιώνα οι πατέρες ήταν θερμά πιστοί στον Χριστό και ακολουθούσαν με ζήλο τις εντολές Του.

Δυστυχώς, σε μεταγενέστερους αιώνες, όλο και πιο συχνά, άλλες πρακτικές θεωρήθηκαν ως ο κανόνας, στις οποίες οι επισκόπους της εποχής μας είναι περισσότερο διατεθειμένοι:

  • Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μελέτιος Δ’, ο οποίος, όπως είναι σήμερα γνωστός, ήταν μασόνος, το 1923 εισήγαγε το «νέο ημερολόγιο». Οι επίσκοποι εκείνης της σκοτεινής εποχής δεν καταδίκασαν τις αντικονονικές πράξεις του και δεν ασχολήθηκαν να του κάνουν εκκλησιαστικό δικαστήριο. Ως αποτέλεσμα, στην ζωή της Οικουμενικής Ορθόδοξης Εκκλησίας εισήχθη σχίσμα νέου ημερολογίου.
  • ο συνθιασώτης του Πατριάρχη Μελέτιου Δ’ στον αγώνα με την καθαριότητα της Ορθοδοξίας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας, έχοντας παραβιάσει τον ΛΔ' και άλλους κανόνες, προσπάθησε να καταργήσει το σχίσμα του 1054 με τη μονοπρόσωπη εξουσία του. Οι επίσκοποι παρέμειναν και πάλι σιωπηλοί, χωρίς να αποκαλύψουν και να καταδικάσουν τις παράνομες ενέργειές του. Ως αποτέλεσμα, αυτή η σιωπή ήταν η αρχή της αντικανονικής αδελφοποίησης με τους καθολικούς. Ταχεία ανάπτυξη αυτής της διαδικασίας παρατηρούμε στις μέρες μας.

Έτσι και σήμερα στους εκκλησιαστικούς κύκλους υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι η σημερινή κατάσταση πρέπει να αντιμετωπιστεί με εξαιρετικά διπλωματικό τρόπο και επομένως δεν πρέπει να ληφθούν αποφασιστικά και ριζοσπαστικά μέτρα, δλδ. προτείνεται να ενεργούν όχι σύμφωνα με την αρχή της ακρίβειας, αλλά δήθεν οικονομίας.

Ωστόσο, είναι ήδη προφανές ότι σήμερα η οικονομία δεν έφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, η κατάσταση στην παγκόσμια Ορθοδοξία δυσκολεύει ραγδαία. Έτσι, η θέση της οικονομίας μετατρέπεται σε παθητική συνδρομή στην ανομία που στρέφεται εναντίον της Εκκλησίας του Χριστού. Η κατάσταση αυτή μπορεί να διορθωθεί μόνο εφαρμόζοντας την αρχή της ακρίβειας.

Ο δρόμος της αποστασίας μέσω της αδράνειας

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος όχι μόνο κηρύττει την αίρεση του οικουμενισμού, αλλά συνεχίζει να το εμφυτεύει με κάθε τρόπο. Λειτουργεί ανοιχτά με καθολικούς, συλλειτουργώντας με τον Πάπα της Ρώμης. Σε απάντηση – σιωπή...

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος κηρύττει και εισάγει την αίρεση του παπισμού στην Ορθοδοξία. Σε απάντηση – ξανά σιωπή...

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος κηρύττει και εισάγει την αίρεση του εθνοφυλετισμού, δηλώνοντας ιδίως ότι «Οι αδελφοί μας Σλάβοι δεν μπορούν να ανεχτούν την υπεροχή του Οικουμενικού Πατριαρχείου και του έθνους μας στην Ορθοδοξία» . Εμείς σιωπούμε...

Ανακύπτει το ερώτημα: για ποιο είδος εγκλήματος σήμερα οι προκαθήμενοι των Τοπικών Εκκλησιών θα τολμήσουν να καταδικάσουν και να εκδιώξουν από την ιεροσύνη άνθρωπο ο οποίος ονομάζεται πατριάρχης, αλλά των οποίων οι ενέργειες προφανώς μαρτυρούν αυτόν ως αποστάτη και αιρετικό;
 
Είναι μάλλον παράξενο ότι στην παρούσα κατάσταση, μεταξύ των ιεραρχών των άλλων Τοπικών Εκκλησιών, ελήφθη η επίσημη θέση ότι δεν υπάρχουν άλλες μέθοδοι έκφρασης διαφωνίας με τις αντικανονικές ενέργειες του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και των οπαδών του, εκτός από την παύση της ευχαριστιακής κοινωνίας με τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Για τα υπόλοιπα, υποτίθεται ότι πρέπει να κάνουν υπομονή και να ταπεινώνονται, σαν τον ταπεινό Χριστό, ο οποίος, «ὃς λοιδορούμενος οὐκ ἀντελοιδόρει, πάσχων οὐκ ἠπείλει, παρεδίδου δὲ τῷ κρίνοντι δικαίως» (Α Πέτρου 2, 23).

Επειδή στον σύγχρονο κόσμο δεν υπάρχει ούτε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ούτε η Κωνσταντινούπολη (στην προηγούμενη σημασία τους για τον κόσμο), άραγε δεν υπάρχουν ούτε αντικειμενικές ούτε κανονικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή των διατάξεων του ΚΗ’ κανόνα της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου.

Ωστόσο, αν μιμούμαστε την σωστή πορεία δράσης που μας άφησε ο Σωτήρας σε αυτή την κατάσταση; Όταν επιχειρηματολογούμε να μιμηθούμε τον Χριστό, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα εξής:

1) Ο Κύριος μας έχει δείξει εικόνα ταπεινότητας μπροστά στις συκοφαντίες και ψευδείς κατηγορίες, που απευθύνονται προσωπικά σε Αυτόν, ως άνθρωπο, αλλά ας μην ξεχνάμε την αντίδρασή του στην ανομία των επισκόπων: «Αλίμονο σε σας γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές ... Φίδια, γεννήματα από οχιές! Πώς μπορείτε να ξεφύγετε από την καταδίκη στην κόλαση; « (Ματ 23, 13, 14, 15, 23, 25, 27, 29, 33) - Καταγγέλλει τους ψεύτικους δασκάλους.

Μήπως ο Χριστός, που καταγγέλλεται, έπαψε να είναι ταπεινός;

Αν παρέμεινε Αυτός έτσι όταν, με ζήλια για το σπίτι του πατέρα του, «ποιήσας φραγέλλιον ἐκ σχοινίων πάντας ἐξέβαλεν ἐκ τοῦ ἱεροῦ [τους εμποόρους], τά τε πρόβατα καὶ τοὺς βόας, καὶ τῶν κολλυβιστῶν ἐξέχεε τὸ κέρμα καὶ τὰς τραπέζας ἀνέστρεψε», – ο Σωτήρας έδιωξε αποφασιστικά όλους, που προσπαθούσαν να τον κάνουν αυτό που έπρεπε να είναι (βλ. Ιω. 2, 13-16).

2) Ο Απόστολος Παύλος πίστευε ότι ήταν «ο μικρότερος από τους Αποστόλους και δεν άξιζε να ονομάζεται Απόστολος» (Α Κορινθ. 15, 9), αλλά στεκόταν σταθερά για την αγνότητα της Εκκλησίας του Χριστού. Και επειδή ειπώθηκε απ’ το Άγιο Πνεύμα: «τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε, ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον ἔχωσι» (Α Τιμ. 5,20), έτσι έπραττε πάντα.

Και όταν ο Πέτρος, ο πρώτος από τους αποστόλους, απέφυγε και υποκρινόταν με άλλους Ιουδαίους, ο Παύλος, βλέποντας ότι «ἀλλ᾿ ὅτε εἶδον ὅτι οὐκ ὀρθοποδοῦσι πρὸς τὴν ἀλήθειαν τοῦ εὐαγγελίου, εἶπον τῷ Πέτρῳ ἔμπροσθεν πάντων» (Γαλ. 2, 13-14), όχι όταν ήταν μόνοι τους, αλλά μπροστά σε όλους ώστε να διατηρηθεί η αλήθεια του ευαγγελίου.

Και για μια τόσο ζωντανή στάση στην αγνότητα της Εκκλησίας και το δόγμα του Χριστού τιμάται ως ο πρώτος απόστολος – ο πρώτος μιμητής του Χριστού, ο οποίος διατήρησε στην αρετή του ζήλια τόσο την πραότητα όσο και την ταπεινοφροσύνη.

Δεν απευθύνονται άραγε σε μας τα λόγια: «παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε» (Α Κορινθίους 4:16);

Μήπως για μας δόθηκε παράδειγμα  πράξης με τη μαρτυρία του αγώνα του αληθινού μιμητή του Χριστού: «διὰ δὲ τοὺς παρεισάκτους ψευδαδέλφους, οἵτινες παρεισῆλθον κατασκοπῆσαι τὴν ἐλευθερίαν ἡμῶν ἣν ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἵνα ἡμᾶς καταδουλώσωνται· οἷς οὐδὲ πρὸς ὥραν εἴξαμεν τῇ ὑποταγῇ, ἵνα ἡ ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου διαμείνῃ πρὸς ὑμᾶς» (Γαλ. 2:4,5);

Μιμούμαστε λοιπόν εμείς τον Χριστό και τους αποστόλους όταν ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος συντρίβει την Εκκλησία, καταστρέφοντας την καθολικότητά της, τραβώντας πολλές ψυχές σε καταστροφή; Ενώ εμείς κλείνουμε την ταπεινοφροσύνη στην φοβούμενη μας ανθροπωάριστη αδράνεια;

Και αν σιωπούμε, δεν είναι η σιωπή μας σημάδι συμφωνίας με τη θέση και τις πράξεις του; Αν και ίσως η βάση αυτής της σιωπής είναι η ανθρωποαρέσκεια; Τότε μήπως ο απόστολος Παύλος μιλάει για μια τέτοια θέση: «ἄρτι γὰρ ἀνθρώπους πείθω ἢ τὸν Θεόν; ἢ ζητῶ ἀνθρώποις ἀρέσκειν; εἰ γὰρ ἔτι ἀνθρώποις ἤρεσκον, Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἂν ἤμην» (Γαλ. 1, 10);

Η σημερινή φοβισμένη σιωπή για την ανατροπή του Πατριάρχη Βαρθολομαίου δεν είναι τίποτα άλλο παρά το αποτέλεσμα της αφομοίωσης του δηλητηρίου της ανοχής, το οποίο στη γλώσσα της Αγίας Γραφής εκτίθεται ως χλιαρό, από το οποίο μας προτρέπει στην Αποκάλυψη ο Απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος: «οὕτως ὅτι χλιαρὸς εἶ, καὶ οὔτε ζεστὸς οὔτε ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου.»  (Αποκ. 3, 16).

Θέλουμε να διατηρήσουμε την καθαρότητα της Ορθόδοξης Θρησκείας;

Για να μη βρεθούν στην αδράνειά τους οι επίσκοποι  και ο λαός του Θεού μεταξύ των αποχωρούντων (βλ. Β Θεσ. 2, 3), στην Αγία Γραφή για όλους τους καιρός αφέθηκαν σε μας εντολές: «ἐλεγμῷ ἐλέγξεις τὸν πλησίον σου καί οὐ λήψῃ δι᾿ αὐτὸν ἁμαρτίαν (Αποκάλυψε τον πλησίον σου, και δε θα φέρεις αμαρτίαν επ’ αυτόν)» (Λευ. 19, 17), «δοκιμάζοντες τί ἐστιν εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ. καὶ μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον δὲ καὶ ἐλέγχετε» (Εφ. 5, 10-11), «τοὺς δὲ ἔξω ὁ Θεὸς κρίνει. καὶ ἐξαρεῖτε τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν». (Α Κορ.  5,13).

Αυτές οι εντολές αφέθηκαν στον καθένα μας. Και δεν μπορεί κανείς να παραμείνει Χριστιανός χωρίς να εκπληρώσει τη Βούληση του Χριστού που μας αποκαλύφθηκε στην Καινή Διαθήκη και τους κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.

Επιπλέον, η καθυστέρηση μας αποκτά τραγικό χαρακτήρα, επειδή  αν δεν σταματήσει σήμερα η ανομία, η νομιμοποίηση των αιρετικών και αντικανονικών ενεργειών που εισήγαγε από το Φανάρι ως κανόνες της εκκλησιαστικής ζωής, θα διεισδύσει ολοκληρωτικά στη συνείδηση όλων: αρχιερέων, κληρικών, μοναχών και λαϊκών.

Μας αφέθηκαν και κανονικά κατευθυντήρια των Οικουμενικών Συνόδων, τα οποία όχι μόνο καθορίζουν σαφώς τους κανόνες για τις ενέργειες των επισκόπων και των προκαθήμενων των Τοπικών Εκκλησιών αλλά επίσης καθορίζουν το επίπεδο της δίωξης για τη διάπραξη πολλών ανομιών που εισάγονται σήμερα από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο:

  • «Εἴ τις καθῃρημένῳ κληρικὸς ὤν κληρικῷ συνεύξηται, καθαιρείσθω καὶ αὐτός» (ΙΑ’ Αποστολικός κανόνας)
  • «Ἐπίσκοπον, ἢ πρεσβύτερον, αἱρετικῶν δεξαμένους βάπτισμα ἢ θυσίαν, καθαιρεῖσθαι προστάττομεν. Τίς γὰρ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαρ; ἢ τίς μερὶς πιστῷ μετὰ ἀπίστου;» (ΜΣΤ’ Απόστολος κανόνας)
  • «Ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, τὸν κατὰ ἀλήθειαν ἔχοντα βάπτισμα [Πατρ. Κιέβου] ἐὰν ἄνωθεν βαπτίσῃ ἢ τὸν μεμολυσμένον παρὰ τῶν ἀσεβῶν ἐὰν μὴ βαπτίσῃ, καθαιρείσθω, ὡς γελῶν τὸν σταυρὸν καὶ τὸν τοῦ Κυρίου θάνατον, καὶ μὴ διακρίνων ἱερέας ψευδοϊερέων» (ΜΖ' Αποστολικός κανόνας).
  • «Ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος, ἢ διάκονος, αἱρετικοῖς συνευξάμενος μόνον, ἀφοριζέσθω· εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς ὡς κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω»  (ΜΕ’ Αποστολικός κανόνας).

Περί ανατροπής

Όσον αφορά το ζήτημα της ανατροπής, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στον Ε’ κανόνα της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου: «Περὶ τῶν μεταβαινόντων ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν ἐπισκόπων, ἢ κληρικῶν, ἔδοξε τοὺς περὶ τούτων τεθέντας κανόνας παρὰ τῶν ἁγίων Πατέρων ἔχειν τὴν ἰσχύν». 

Η διαδικασία επιβολής ποινής που προβλέπεται από τους κανόνες της εκκλησίας, όπως προαναφέρθηκε, εγκρίθηκε από το ΙΓ’ κανόνα της Συνόδου της Αντιόχειας, σύμφωνα με τον οποίο ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης «αὐτὸν δὲ ὑπέχειν τῆς ἀταξίας αὐτοῦ, καὶ τῆς παραλόγου ἐπιχειρήσεως τὴν προσήκουσαν δίκην, καθῃρημένον ἐντεῦθεν ἤδη ὑπὸ τῆς ἁγίας συνόδου».

Όμως, επειδή μέχρι σήμερα η πρωτοβουλία της καθολικής συζήτησης των ενεργειών του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης σε επίπεδο προκαθήμενων άλλων Εκκλησιών απορρίφθηκε για προφανείς λόγους από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, σύμφωνα με την καθιερωμένη διαδικασία, αρμόζει:

  1. Να συγκληθεί  Σύναξη των Προκαθήμενων των Τοπικών Εκκλησιών.
  2. Σε περίπτωση απουσίας του Πατριάρχη Βαρθολομαίου από τη Σύναξη, να τον εκδικάσουν ερήμην με τον τρόπο που καθορίζεται για μια τέτοια περίπτωση από τους ιερούς κανόνες:
    «Ἐπίσκοπον κατηγορηθέντα ἐπί τινι παρὰ ἀξιοπίστων ἀνθρώπων, καλεῖσθαι αὐτὸν ἀναγκαῖον ὑπὸ ἐπισκόπων· κἂν μὲν ἀπαντήσῃ, καὶ ὁμολογήσῃ, ἢ ἐλεγχθείη, ὁριζέσθω τὸ ἐπιτίμιον. Ἐὰν δὲ καλούμενος μὴ ὑπακούσῃ, καλείσθω καὶ δεύτερον, ἀποστελλομένων ἐπ᾿ αὐτὸν δύο ἐπισκόπων. Ἐὰν δὲ καὶ οὕτω μὴ ὑπακούσῃ, καλείσθω καὶ τρίτον, δυὸ πάλιν ἐπισκόπων ἀποστελλομένων πρὸς αὐτόν. Ἐὰν δὲ καὶ οὕτω καταφρονήσας μὴ ἀπαντήσῃ, ἡ σύνοδος ἀποφαινέσθω κατ᾿ αὐτοῦ τὰ δοκοῦντα· ὅπως μὴ δόξῃ κερδαίνειν φυγοδικῶν». (ΟΔ’ κανόνας των Αγίων Αποστόλων). Επιπλέον, σύμφωνα με ΚΗ’ κανόνα της εν Καρθαγένης Συνόδου, ο επίσκοπος, ο οποίος δεν εμφανίστηκε στο δικαστήριο, «Ὁμοίως ἤρεσεν, ἵνα οἱ πρεσβύτεροι, καὶ οἱ διάκονοι, καὶ οἱ λοιποὶ κατώτεροι κληρικοί, ἐν αἷς ἔχουσιν αἰτίαις, ἐὰν τὰ δικαστήρια μέμφωνται τῶν ἰδίων ἐπισκόπων, οἱ γείτονες ἐπίσκοποι ἀκροάσωνται αὐτῶν, καὶ μετὰ συναινέσεως τοῦ ἰδίου ἐπισκόπου, τὰ μεταξὺ αὐτῶν διαθῶσιν οἱ προσκαλούμενοι παρ᾽ αὐτῶν ἐπίσκοποι. Διό, εἰ καὶ περὶ αὐτῶν ἔκκλητον παρέχειν νομίσωσι, μὴ ἐκκαλέσωνται εἰς τὰ πέραν τῆς θαλάσσης δικαστήρια, ἀλλὰ πρὸς τοὺς πρωτεύοντας τῶν ἰδίων ἐπαρχιῶν, ὡς καὶ περὶ τῶν ἐπισκόπων πολλάκις ὥρισται. Οἱ δὲ πρὸς περαματικὰ δικαστήρια διεκκαλούμενοι, παρ᾽ οὐδενὸς ἐν τῇ Ἀφρικῇ δεχθῶσιν κοινωνίαν».
  3. Εάν για κάποιον λόγο η διαδικασία σύγκλησης Συνόδου θα είναι δύσκολη, η εφαρμογή της διαδικαστικής τάξης που προτάθηκε από το Μητροπολίτη Κυθήρων Σεραφείμ, σύμφωνα με την οποία κάθε Τοπική Εκκλησία, έχοντας καταδικάσει τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο ερήμην, θα κατατάξει τις πράξεις του ανεξάρτητα και θα ανακοινώσει την απόφασή της.

Είναι εντελώς προφανές ότι αν σήμερα, ακλουθώντας τους κανόνες της Εκκλησίας του Χριστού, οι Ορθόδοξοι αρχιερείς δεν θα καταδικάσουν ούτε ανατρέψουν τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ο οποίος διεκδικεί της καταπάτηση της δογματικής αρχής της καθολικότητας της Εκκλησίας του Χριστού, αύριο ο ίδιος θα κρίνει και θα ανατρέπει τους Ορθοδόξους επισκόπους, οι οποίοι δεν θελήσουν να αποδεχθούν και να τηρούν τους κανόνες της αιρετικής και της παπικής πολιτικής του.

Με την «ταπεινή» σιωπή μας, έχει ήδη καταλάβει το δικαίωμα μιας τέτοιας υπαγόρευσης. Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι αν σήμερα δεν ανατραπεί από το θρόνο της Κωνσταντινούπολης, αύριο ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος θα «νομιμοποιήσει» τα σχίσματα που υπάρχουν στην Εκκλησία και θα αποσύρει την αυτοκέφαλη εκείνων των Ορθοδόξων Τοπικών Εκκλησιών που δεν θα συμφωνήσουν μαζί του σε όλα. Άλλωστε, αν σήμερα αποσύρει το έγγραφο που εκδόθηκε πριν από τριακόσια χρόνια, αύριο θα αποσύρει και τους Τόμους που οι προκάτοχοί του έδιναν στις Τοπικές Εκκλησίες.

Θα θέλαμε επίσης να αναφερθούμε στα λόγια του Πατριάρχη Ηλία Β', που απευθύνθηκε δημόσια στον παπά της Ρώμης κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη Γεωργία: «Η ενότητα μπορεί να βασιστεί μόνο στην Αλήθεια. Μέχρις ότου επιτευχθεί ενότητα της σκέψεως στην Αλήθεια, δεν μπορούμε  να μιλήσουμε για καμία ενότητα».

Τότε ένας από τους σχολιαστές σημείωσε: «Για πολλά χρόνια αυτή είναι η μόνη περίπτωση που ο ορθόδοξος πατριάρχης αποκάλυψε ευθέως τον πάπα της Ρώμης δείχνοντας του άμεσα ότι ο καθολικισμός αποχωρήσει και έχασε την Αλήθεια».

Εξετάζονται  το σημερινό πρόβλημα, αυτή η σκέψη μπορεί να διατυπωθεί ως εξής: η ενότητα με το Φανάρι κατέστη δυνατή μόνο στην περίπτωση της αληθούς τήρησης και εκπλήρωσης των εντολών του Χριστού και των κανόνων της Εκκλησίας. Μέχρι τότε δεν μπορεί να υπάρξει λόγος για καμία ενότητα.

Μέχρι τότε, σύμφωνα με τους κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας, οι αιρετικοί θα πρέπει να προσαχθούν στη δικαιοσύνη και να εκδιωχτούν από την ιεροσύνη, ως αποχωρούντες της Αλήθειας, ως εκείνοι που προσπαθούν να καταστρέψουν το δόγμα της καθολικότητας της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Κάθε μέλος της Εκκλησίας του Χριστού γνωρίζει τα λόγια του Σωτήρος: «Ἐὰν δὲ ἁμαρτήσῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός σου, ὕπαγε καὶ ἔλεγξον αὐτὸν μεταξὺ σοῦ καὶ αὐτοῦ μόνου· ... ἐὰν δὲ καὶ τῆς ἐκκλησίας παρακούσῃ, ἔστω σοι ὥσπερ ὁ ἐθνικὸς καὶ ὁ τελώνης» (Ματθ. 18, 15-17).

Ας τους καλέσουμε σε μετάνοια για να σωθούν τόσο οι δικές μας όσο και δικές τους ψυχές. Δώσε μας, Κύριε, μετάνοια πριν το τέλος!

Εάν παρατηρήσετε κάποιο σφάλμα, επιλέξτε το απαιτούμενο κείμενο και πατήστε Ctrl+Enter ή Υποβολή σφάλματος για να το αναφέρετε στους συντάκτες.
Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επιλέξτε το με το ποντίκι και πατήστε Ctrl+Enter ή αυτό το κουμπί Εάν βρείτε κάποιο σφάλμα στο κείμενο, επισημάνετε το με το ποντίκι και κάντε κλικ σε αυτό το κουμπί Το επισημασμένο κείμενο είναι πολύ μεγάλο!
Διαβάστε επίσης